ΕΠΙΦΥΛΑΚΗ

ΠΛΑΙΣΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ - ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ - ΜΕΣΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ

Μιχαήλ Μιχαήλ

μέλος του Δ.Σ. της Π.Ο.Ε.Υ.Π.Σ.

Αθήνα 30-10-2005

Ένα από τα βασικότερα εργασιακά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι πυροσβέστες είναι η καταστρατήγηση του ωραρίου τους μέσω της ευρείας χρήσης των παράνομων επιφυλακών.

Με το μέτρο των επιφυλακών επιχειρείται η κάλυψη των τεράστιων ελλείψεων σε προσωπικό του Π.Σ. και η απεγνωσμένη προσπάθεια να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις που απορρέουν από την διεύρυνση των αρμοδιοτήτων του.

Η διεύρυνση των αρμοδιοτήτων, αρχής γενομένης από το 1998 με την μεταφορά της δασοπυρόσβεσης, σε συνδυασμό με το πάγωμα των προσλήψεων την τελευταία πενταετία, εντάσσονται μέσα στα πλαίσια των ευρωπαϊκών κατευθύνσεων της Ε.Ε. που επιτάσσουν συρρίκνωση του δημόσιου τομέα, δραστική μείωση των δαπανών κοινωνικού περιεχομένου, κατάργηση εργατικών κατακτήσεων μέσα από το κτύπημα των σταθερών σχέσεων εργασίας όπως το ωράριο και η πλήρη απασχόληση, η διεύρυνση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης.

Με αρχή το νόμο του ΠΑΣΟΚ 2838/2000 ξεκίνησε η απορρύθμιση του 8ωρου.

Στις μέρες μας πλέον βλέπουμε να εξελίσσονται όλες αυτές οι πολιτικές με ραγδαίους ρυθμούς και ειδικότερα η κατάργηση του σταθερού χρόνου εργασίας, όπως μέχρι τώρα τον είχαν επιβάλλει οι αγώνες του παγκόσμιου εργατικού κινήματος με την κατάκτηση του 8ωρου και της πενθήμερης εβδομάδας εργασίας.

Πρόσφατα με ρύθμιση του Νόμου 3385/2005 για τους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα, μέσα από την λεγόμενη διευθέτηση του χρόνου εργασίας καταργήθηκε ουσιαστικά το 8ωρο και η διευθέτηση του ημερήσιου χρόνου εργασίας του εργαζόμενου, αφήνεται στην διάθεση του εργοδότη.

Δεν είναι μακριά η ώρα που αντίστοιχα μέτρα με νομοθετικές παρεμβάσεις θα εφαρμοστούν και στον δημόσιο τομέα. Η λεγόμενη οδηγία Σέρκας (COM (2004) 0607) που άρχισε να συζητείται στα πλαίσια του ευρωπαϊκών επιτροπών από τις αρχές του 2004, αποσκοπεί στο πως θα δεσμεύει τον ελεύθερο χρόνο του εργαζόμενου, χωρίς μάλιστα ανάλογη αποζημίωση. (βλέπε σχετικό άρθρο σελ. 12-13).

Είναι γεγονός ότι σαν κλάδος τόσο εμείς όσο και οι συνάδελφοι των άλλων Σωμάτων Ασφαλείας δεν έχουμε κατοχυρώσει πλήρη εργασιακά δικαιώματα όπως προβλέπει η εργατική Νομοθεσία και γι΄ αυτό φέρνουν ευθύνη και οι κατά καιρούς κυβερνήσεις αλλά και οι συνδικαλιστικοί μας φορείς με προεξάρχουσα την Ομοσπονδία που δεν πάλεψαν τα θέματα αυτά.

Για τον λόγο αυτό λοιπόν στο θέμα τις υπερεργασίας, (επιφυλακές, υπερωρίες, αργίες, νυχτερινά κ.λ.π.) υπάρχει ένα ερμαφρόδιτο καθεστώς που αποβαίνει σε βάρος των εργαζομένων.

Γι αυτό λοιπόν φθάσαμε στο νομοθετικό τερατούργημα της μη χορήγησης ρεπό & αδειών για την περίοδο των Ολυμπιακών Αγώνων με την ανοχή των Προεδρείων των Ομοσπονδιών. Γι αυτό τα νυχτερινά δίνονται υπό μορφή επιδόματος αυξημένης ετοιμότητας και όχι όπως προβλέπει η εργατική νομοθεσία. Για να μπορούν να τα αυξομειώνουν όποτε θέλουν, όσο θέλουν και να τα χορηγούν κατά το δοκούν (πλασματική μορφή) χωρίζοντας τους υπαλλήλους σε κατηγορίες.

Πέραν όμως αυτού έστω και με τις υπάρχουσες κανονιστικές διατάξεις, υπάρχει μία βάση για να πατήσει ο κάθε υπάλληλος και να διεκδικήσει το δίκιο του όταν εκτιμά ότι παραβιάζεται.

Πρέπει παράλληλα όμως να λάβουμε σοβαρά υπόψη ότι η ύπαρξη του υπάρχοντος εσωτερικού κανονισμού όπως αυτός διαμορφώθηκε με το Π.Δ. 210/92, δημιουργεί επιπρόσθετα προβλήματα και λειτουργεί ως τροχοπέδη για την εδραίωση ενός δημοκρατικού και αξιοκρατικού συστήματος στον εργασιακό μας χώρο. Ο εκδημοκρατισμός του Εσωτερικού Κανονισμού πρέπει να γίνει αίτημα αιχμής εάν θέλουμε να κατοχυρώσουμε σεβασμό στα εργασιακά κ.α. δικαιώματα.

Όσον αφορά την υπάρχουσα κατάσταση στο Π.Σ., η χρήση των επιφυλακών για κάλυψη πάγιων αναγκών, έχει πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις και οι ευθύνες του συνδικαλιστικού μας κινήματος είναι τεράστιες.

Μέχρι στιγμής και ενώ έχουν παρθεί για την αντιμετώπιση του προβλήματος αλλεπάλληλες αποφάσεις συνεδρίων και Διοικητικών Συμβουλίων της Ομοσπονδίας, δεν έχει γίνει απολύτως τίποτε.

Από το 2ο Συνέδριο της Π.Ο.Ε.Υ.Π.Σ. το 2000 έχει αποφασιστεί να καταφύγει η Ομοσπονδία και στο Συμβούλιο Επικρατείας αν χρειαστεί για να ακυρώσει στην πράξη όλες τις σχετικές διαταγές για τις επιφυλακές ως παράνομες γιατί ρυθμίζουν πέραν του χρόνου που είμαστε υποχρεωμένοι να εργαζόμαστε, όρους εργασίας για τους οποίους δεν προβλέπεται σχετική αμοιβή και Νομοθετική ρύθμιση και χρησιμοποιούνται ασύστολα ως μέσο για κάλυψη των κενών οργανικών θέσεων, που έχει ως απόρροια τον αδικαιολόγητο και σε βάρος μας πλουτισμό της πολιτείας αφού μ΄ αυτό τον τρόπο δεν κάνει τις αναγκαίες προσλήψεις.

Με ευθύνη λοιπόν του εκάστοτε Προεδρείου της Ομοσπονδίας αλλά και των περισσοτέρων διοικήσεων των πρωτοβάθμιων ενώσεων δεν καταγγέλλονται οι παράνομες επιφυλακές και δεν γίνεται καμία ενέργεια για να προστατευθούν οι υπάλληλοι από την αυθαίρετη καταστρατήγηση του ωραρίου τους.

Η Ε.Α.Κ.Π. με πρωτοβουλίες της εκτός του ότι προσπάθησε σε επίπεδο Ομοσπονδίας αλλά και πρωτοβάθμιων ενώσεων να παρθούν παρόμοιες αποφάσεις για την προστασία του ωραρίου, αντιμετώπισε με επιτυχία αρκετές περιπτώσεις καταστρατηγήσεων σε διάφορες υπηρεσίες της χώρας ενημερώνοντας τους συναδέλφους που θίγονταν για τα δικαιώματα τους και παρεμβαίνοντας παράλληλα προς κάθε κατεύθυνση.

Παρατηρήθηκε όμως ότι σε ευρεία κλίμακα, και αυτό πάλι με ευθύνη των συνδικαλιστικών οργάνων, μεγάλη μερίδα συναδέλφων αγνοούν το πλαίσιο των κανονιστικών διατάξεων για την εφαρμογή του ωραρίου και των επιφυλακών και ότι υπάρχει ένα κλίμα απροθυμίας και σχετικού φόβου για αντιμετώπιση των παραβιάσεων από τους θιγόμενους, λόγω ότι νοιώθουν απροστάτευτοι από τα συνδικαλιστικά τους όργανα.

Οι παρακάτω διευκρινίσεις στόχο έχουν να βοηθήσουν στοιχειωδώς προς αυτή την κατεύθυνση τους συνάδελφους, ώστε να κατανοήσουν το καθεστώς των επιφυλακών, για να μπορούν να αντιμετωπίζουν τις σε βάρος τους καταστρατηγήσεις,αλλά και να θέσουν προ των ευθυνών τους εκλεγμένους εκπροσώπους τους.

ΩΡΑΡΙΟ & ΠΡΟΣΘΕΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Με τις κοινές υπουργικές αποφάσεις υπ. αρ.ιθμ. 14867 Φ. 012.5/57/27-11-1981 και 14868 Φ. 012.5/ 58/27-11-1981 επεκτάθηκαν προς εφαρμογή του πενθημέρου και στο Π.Σ οι διατάξεις του Νόμου 1157/81.

Έκτοτε εκδόθηκαν μία σειρά διαταγών από το Υ.Δ.Τ. και το Α.Π.Σ. για την εφαρμογή της πενθημέρου εργασίας οι οποίες κωδικοποιήθηκαν με την υπ. αρίθμ. 9459 Φ. 105 .6/ 16-3-87 διαταγή Α.Π.Σ. .

Βάση λοιπόν των σχετικών διατάξεων ο υπάλληλος είναι υποχρεωμένος να προσφέρει 37,5 ώρες εβδομαδιαίως ήτοι 163 ώρες περίπου μηνιαίως. Λόγω όμως της έλλειψης προσωπικού δεν εφαρμόσθηκε πλήρες πενθήμερο και από το κυλιόμενο ωράριο που είτε αυτό γίνεται σε 8ώρη βάση είτε σε 24ωρη, ο υπάλληλος ανάλογα με το πόσες ώρες εργάσθηκε περισσότερο από το υποχρεωτικό, αποζημιώνεται με έναν ανάλογο αριθμό πρόσθετων αποζημιώσεων ή αναπαύσεων.

Όπως επίσης μπορεί, εάν το επιθυμεί, να δηλώσει πρόσθετη υπηρεσία προς συμπλήρωση των 4 ή 5 αποζημιώσεων μηνιαίως.

Η πρόσθετη υπηρεσία λοιπόν του υπαλλήλου είναι αυτή που προκύπτει είτε λόγω του κυλιόμενου ωραρίου είτε αυτή που επιθυμεί υπό τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στις υπ. αρίθμ. α) 9459 Φ.105.6 16/3/87 β) 19304 Φ. 105.6. 11/6/87 γ) 3855 Φ. 05.6 31/1/89 δ) 18748 Φ. 105.6 4/9/90 διαταγές του Α.Π.Σ.

Καθώς επίσης μπορεί να απασχοληθεί πέραν του ωραρίου του όταν εμπλέκεται ήδη σε συμβάν που είναι σε εξέλιξη μέχρι την σε εύλογο χρονικό διάστημα αντικατάσταση του και όταν κληθεί να προσφέρει πρόσθετη υπηρεσία σύμφωνα με τις παρ. 3 & 4 του άρθρου 24 του Π.Δ. 210/92, όταν υπάρξουν πραγματικές και απρόβλεπτες υπηρεσιακές ανάγκες εξαιτίας συμβάντων αρμοδιότητας του Π.Σ .

Για κανέναν άλλο λόγο δεν ορίζεται ο υπάλληλος σε πρόσθετη υπηρεσία παρά την θέληση του.

ΕΠΙΦΥΛΑΚΗ

Η επιφυλακή προβλέπεται ως μέτρο αντιμετώπισης εκτάκτων αναγκών από το άρθρο 24 του Π.Δ. 210/92 και κωδικοποιείται ο τρόπος εφαρμογής της με τα τρία στάδια από την ερμηνευτική διαταγή του Α.Π.Σ. την υπ. αρίθμ. 20185 Φ. 105.9 4/6/1999 με ΘΕΜΑ: «Επιφυλακή πυροσβεστικού προσωπικού και ρύθμιση συναφών θεμάτων» προκειμένου να υπάρχει κάποιος ορθολογισμός στην χρήση των επιφυλακών.

Τα στάδια ετοιμότητας που προκύπτουν από τον χάρτη επικινδυνότητας με τις πέντε κατηγορίες δεν προκαλούν επιφυλακή.

Η από 26/9/2003 απάντηση του Α.Π.Σ. σε συγκεκριμένο ερώτημα που υποβλήθηκε για τον λόγο αυτό με το υπ. αρίθμ. 32453 Φ. 105. 9 έγγραφο του, με θέμα «Επιφυλακή πυροσβεστικού προσωπικού» υπενθυμίζει ότι «Τα θέματα επιφυλακής ρυθμίζονται από τις διατάξεις του άρθρου 24 του Π.Δ. 210/92 καθώς και την υπ. αριθμ. 20185 Φ. 105.9 4/9/99 διαταγή του Α.Π.Σ. και τις οποίες ζητά να εφαρμόζονται απαρέγκλιτα».

Επιφυλακή καλείται για την αντιμετώπιση του συμβάντος που υφίσταται. Καλείται για να επανδρωθούν οχήματα που θα ενισχύσουν το συμβάν με πρόσθετες δυνάμεις αφού πρώτα έχει εκτιμηθεί ότι αυτό απαιτείται. Αυτό καταγράφεται ξεκάθαρα τόσο στο άρθρο 24 όσο και στην σχετική ερμηνευτική διαταγή.

Δεν καλείτε επιφυλακή για την κάλυψη ενδεχόμενου συμβάντος που ήθελε προκύψει σε ανύποπτο χρόνο. Δεν ενισχύεται και ειδικά στο 1° στάδιο, η παραμένουσα δύναμη στην υπηρεσία, αλλά η δύναμη που επεμβαίνει στο συμβάν.

Οι ανάγκες είναι πάγιες και γνωστές στην πολιτεία και εάν ήθελε να έχει πλήρη κάλυψη θα έκανε τις ανάλογες προσλήψεις για την πλήρωση των κενών θέσεων ή την ανάλογη κατανομή προσωπικού.

Αν ίσχυε το να καλύπτονται τα κενά σε μόνιμη βάση από τους υπαλλήλους με επιφυλακή τότε δεν θα είχε λόγω ύπαρξης και εφαρμογής η Κοινή Υπουργική απόφαση 14867.Φ. 012 5/57 από τις 27.11.1981 με την οποία επεκτάθηκε η πενθήμερη εβδομάδα εργασίας των 37,5 και για τους πυροσβέστες.


ΕΥΘΥΝΗ ΚΗΡΥΞΗΣ ΕΠΙΦΥΛΑΚHΣ

Η διακοπή της ελευθερίας του εργαζόμενου και η κλήση του για προσφορά εργασίας πέραν των υποχρεωτικού του ωραρίου που προβλέπεται από τις προαναφερόμενες νομοθετικές διατάξεις δεν είναι μία απλή υπόθεση που την ευθύνη της θα μπορούσε να την αναλάβει ο οποιοσδήποτε και χωρίς ουσιαστικό λόγο προβλεπόμενο από τις σχετικές διατάξεις .

Βάση της υπ. αρίθμ. 20185 Φ. 105.9 4/6/1999 διαταγής Α.Π.Σ. προβλέπονται 3 στάδια επιφυλακής.

Την ευθύνη κήρυξης επιφυλακής για το 3ο στάδιο έχει ο Αρχηγός ή ο Υπ/γός ή Περιφερειακός Διοικητής.

Για το 2ο στάδιο ο Διοικητής Νομού ή τον Περιφερειακό Διοικητή

Για το 1ο στάδιο επιφυλακής το οποίο είναι το συνηθέστερο και χρησιμοποιείται κατά κόρον, διατάσσεται από τον Διοικητή της υπηρεσίας.

Δεν έχει δικαίωμα κλήσης σε επιφυλακή ο προϊστάμενος κλιμακίου ή ο Αξιωματικός υπηρεσίας ή ο τηλεφωνητής.

Κανείς από τους ανωτέρω δεν πρέπει να παίρνει τέτοια πρωτοβουλία χωρίς να έχει ενημερώσει τον Διοικητή και να έχει πάρει σχετική εντολή.

Εγκυμονεί τεράστιους κινδύνους για κάποιον που θέτει υπάλληλο σε υπηρεσία πέραν του ωραρίου του σε περίπτωση οποιαδήποτε προβλήματος προκύψει στον κληθέντα υπάλληλο από τραυματισμό μέχρι θάνατο ή ακόμη και αξίωση του υπαλλήλου που κλήθηκε για απόδοση ευθυνών, εάν θεωρεί ότι είναι παράνομη η επιφυλακή.

Η κλήση των υπαλλήλων σε επιφυλακή και η διακοπή του χρόνου ανάπαυσης τους γίνεται κατόπιν διαταγής από τον καθ ύλη υπεύθυνο. Για το λόγο αυτό πρέπει πάντα η διαταγή κήρυξης της υπηρεσίας σε επιφυλακή, είτε μερική είτε ολική, να αναγράφεται στο βιβλίο των ημερήσιων διαταγών.

Σε κάθε περίπτωση όταν ο υπάλληλος κληθεί σε επιφυλακή θα ρωτάει ποιος την διατάσσει και ποιο στάδιο επιφυλακής έχει διαταχθεί. Προσερχόμενος στην υπηρεσία του, εάν έχει αμφιβολία για την νομιμότητα της επιφυλακής, θα καταθέτει έγγραφη αναφορά για να ζητά έγγραφη απάντηση από την διοίκηση για τους λόγους που κλήθηκε για τις περαιτέρω ενέργειες.

Είναι αποδεδειγμένο ότι όταν οι υπάλληλοι κινήθηκαν κατ αυτόν τον τρόπο θέτοντας προ των ευθυνών όσους διατάσσουν επιφυλακή, μπήκε φρένο στις ανέλεγκτες και παράνομες επιφυλακές.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΧΡΟΝΟ ΑΦΙΞΗΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΦΥΛΑΚΗ

Πολύς λόγος γίνεται για τον χρόνο άφιξης των υπαλλήλων στις υπηρεσίες τους όταν καλούνται σε επιφυλακή και για τον λόγο αυτό έχει διαπιστωθεί να εκδίδονται σχετικές διαταγές που καλούν τους υπαλλήλους να βρίσκονται στην υπηρεσία εντός πεντάλεπτου ή μισή ώρα κ.λ.π.

Βάση της παρ. ζ του κεφαλαίου Β της σχετικής Διαταγής του Α.Π.Σ. υπ. αριθμ 20185 Φ. 105.9 4/6/99 με ΘΕΜΑ: «Επιφυλακή πυροσβεστικού προσωπικού και ρύθμιση συναφών θεμάτων» δίνεται η δυνατότητα στον διοικητή να καθορίζει ο ίδιος χρονικά περιθώρια ανάλογα με τις επικρατούσες συνθήκες.

Ο χρόνος άφιξης στην υπηρεσία κατά την κλήση σε επιφυλακή είναι υποκειμενικός για κάποιον που είναι εκτός υπηρεσίας και ο οποίος είναι ελεύθερος να αξιοποιεί τον χρόνο του όπως νομίζει.

Αστάθμητοι λοιπόν είναι οι παράγοντες που καθορίζουν την χρονική διάρκεια που χρειάζεται κάθε υπάλληλος για να παρουσιαστεί στην υπηρεσία κατόπιν επιφυλακής.

Άρα υπάρχουν αντικειμενικά εμπόδια για την τήρηση του χρόνου όταν κάποιος έχει αναπτύξει μία Α΄ δραστηριότητα, π.χ. Είναι στην θάλασσα και κολυμπάει, μέχρι να βγει και να κάνει όλες εκείνες τις ενέργειες που πρέπει για να είναι στην υπηρεσία του (αν φυσικά είναι δυνατόν να ειδοποιηθεί) δεν αρκεί ο χρόνος της μισής ώρας εάν υποθέσουμε ότι κάποια διοίκηση έχει βάλει αυτό το χρονικό περιθώριο.

Μήπως θα έπρεπε να μην κολυμπάει ο πυροσβέστης ή να μην καλύπτει ανάγκες του κοινωνικές, οικογενειακές κ.λ.π. και να είναι μόνιμα σε μία σταθερή θέση μ ένα κινητό στο χέρι;

Του παρέχει μήπως η πολιτεία οικονομικά κίνητρα για να του δεσμεύει κατ αυτόν τον τρόπο τον ελεύθερο χρόνο του;

Αφού λοιπόν η υπηρεσία δεν δεσμεύει έναντι αμοιβής τον υπάλληλο με σχέση εργασίας για κατ οίκον ετοιμότητα γιατί αυτό δεν προβλέπετε από καμία Νομοθετική ρύθμιση, άρα ο υπάλληλος θα φθάσει στην υπηρεσία του στον χρόνο που του το επιτρέπουν οι αντικειμενικές συνθήκες .

Το γεγονός ότι ένας υπάλληλος μπορεί να ελεγχθεί από την διοίκηση του για τον χρόνο προσέλευσης δεν σημαίνει ότι αυτό είναι και το σωστό. Ο υπάλληλος έχει όλο το δικαίωμα να παραθέσει επιχειρήματα για τον χρόνο άφιξης του και να ασκήσει όλες τις νόμιμες ενέργειες σε περίπτωση που τιμωρηθεί.

ΑΝΑΓΡΑΦΗ ΟΜΑΔΩΝ ΕΠΙΦΥΛΑΚΗΣ ΣΤΟ ΦΥΛΟ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ

Παρατηρείται το φαινόμενο να αναγράφονται οι εργαζόμενοι που δεν είναι ορισμένοι σε υπηρεσία στο φύλο υπηρεσίας ως ομάδες επιφυλακής. Αυτό είναι παράνομο για τους εξής λόγους :

Κατ ΄αρχήν ο τρόπος κλήσης σε επιφυλακή ρυθμίζεται από τις παρ. β,γ,δ,ε, στ του κεφ. Β της υπ. Αρίθμ. 20185 Φ. 105.9 4/6/1999 διαταγής του Α.Π.Σ. μέσα από τις οποίες ρυθμίζεται η σειρά προσέλευσης των εργαζομένων που είναι τοποθετημένοι στις βάρδιες. Αυτήν την σειρά είναι υποχρεωμένοι να την γνωρίζουν και οι υπάλληλοι και η διοίκηση και όταν κηρυχθεί επιφυλακή εφαρμόζεται ανάλογα. Η αναγραφή στο φύλο υπηρεσίας είναι καταχρηστική και γεννά αξιώσεις για τον υπάλληλο και ευθύνες για όποιον το κάνει. Η παρ. δ αναφέρεται στους υπαλλήλους που είναι τοποθετημένοι σε γραφεία και για αυτούς προβλέπεται να αναγράφονται τα ονόματα τους σε μία μηνιαία κατάσταση (όχι στο φύλο υπηρεσίας) προκειμένου να τηρείτε μία μεταξύ τους σειρά.

Διευκρινίζεται λοιπόν ότι :

Το άρθρο 24 του Π.Δ. 210/92 και η σχετική διαταγή δεν θεσμοθετούν υπηρεσία επιφυλακής, αλλά την προβλέπουν ως έκτακτο μέτρο και καθορίζουν τον τρόπο που αυτή θα γίνει όταν κριθεί απαραίτητο από την ύπαρξη εκτάκτων αναγκών.

Η επιφυλακή δεν υφίσταται ως διατεταγμένη υπηρεσία, αλλά ως έκτακτη υπηρεσιακή ενέργεια. Διατεταγμένη υπηρεσία, είναι αυτή που υποχρεούται ο υπάλληλος να προσφέρει στα πλαίσια εφαρμογής των προαναφερόμενων υπουργικών αποφάσεων βάση του κυλιόμενου ωραρίου του και για την οποία αμείβεται σε σταθερή βάση.

Εάν η πολιτεία είχε θεσπίσει υπηρεσία επιφυλακής θα έπρεπε να είχε καθιερώσει και αντίστοιχη αμοιβή διότι η αναγραφή του ονόματος στην υπηρεσία ως ομάδα επιφυλακής, αποτελεί δέσμευση του ελευθέρου χρόνου του υπαλλήλου, τον υποχρεώνει να βρίσκεται σε κατάσταση διαρκούς ετοιμότητας και του περιορίζει την δυνατότητα προσωπικών δραστηριοτήτων με ότι συνεπάγεται αυτό.

Κατ εξαίρεση μόνο ορίζονται σε προγραμματισμένη κατ΄ οίκον επιφυλακή και αποζημιώνονται για τον σκοπό αυτό βάση του εδαφ. ε της παρ. 3 της υπ. αρίθμ. 164564 Φ. 501. 34 17/4/2001 διαταγής του Α.Π.Σ όσοι υπηρετούν σε επιτελικές υπηρεσίες του Α.Π.Σ. των Περιφ/κων Διοικήσεων, Διοικήσεων πόλεων, Πυρ/κη Ακαδημία, Γ.Α.Υ.Π.Σ., Τ.Α.Υ.Π.Σ., Ε.Τ.Υ.Π.Σ., Διαχείριση χρηματικού, Δ.Α.Ε.Ε, οι οδηγοί των υπηρεσιακών οχημάτων της ηγεσίας του σώματος των διοικητών Περ/κων Διοικήσεων, του Δ/ντη Α.Π.Σ., των Δ/των πόλεων Αθηνών, Πειραιώς, Ανατολικής Αττικής, Δυτικής Αττικής, Θεσ/νίκης των Ε.Μ.Α.Κ. και ορίζονται με ειδική διαταγή του Α.Π.Σ όπως η παρ.1 της υπ. αριθμ. 25566 Φ. 105.6. 25/5/2001 προβλέπει.

Από καμία διάταξη δεν προβλέπεται για όλους τους υπόλοιπους υπαλλήλους του Π.Σ. σχετική αμοιβή για κάτι αντίστοιχο και για τον λόγο αυτό είναι μεγάλη η ευθύνη για όποιον με πρωτοβουλία του δεσμεύει τον ελεύθερο χρόνο του υπαλλήλου κατ αυτόν τον τρόπο και καθίσταται αποκλειστικά υπεύθυνος έναντι οποιαδήποτε αξίωσης εκ μέρους του θιγόμενου.

Ο υπάλληλος αμείβεται μόνο όταν κληθεί σε επιφυλακή για έκτακτο γεγονός και αποζημιώνεται για όσο χρόνο διαρκέσει η επιφυλακή όπως προβλέπει η υπ. αρίθμ. 51240. Φ. 105.6 15/12/1999 διαταγή του Α.Π.Σ.

ΣΤΑΔΙΑ ΕΤΟΙΜΟΤΗΤΑΣ

Παρατηρείται επίσης το φαινόμενο υπάλληλοι να ορίζονται σε πρόσθετη υπηρεσία παρά την θέληση τους ή να καλούνται σε επιφυλακή με αφορμή τον δείκτη επικινδυνότητας που υπάρχει στην περιοχή τους. Όπως εξηγήθηκε και παραπάνω κανένας υπάλληλος δεν μπορεί να ορισθεί σε πρόσθετη υπηρεσία παρά την θέληση του, παρά μόνο όταν συντρέχουν έκτακτοι λόγοι όπως αυτοί καθορίζονται στο άρθρο 24 για να αντιμετωπιστούν έκτακτα γεγονότα εξ αφορμής συμβάντων.

Τα περί των επιφυλακών ρυθμίζονται με το άρθρο 24 του Π.Δ. 210/1992 και κωδικοποιούνται με την 20185 Φ. 105.9. Δεν προβλέπεται πουθενά μέσα από τις διατάξεις αυτές το ενδεχόμενο αυτό για τα στάδια ετοιμότητας παρ ότι η υπ. αρίθμ.18041 Φ. 702. 15/ 23/4/1999 διαταγή του Α.Π.Σ. με ΘΕΜΑ: «Πρό-βλεψη κινδύνου πυρκαγιάς κατά την θερινή περίοδο και μέτρα ετοιμότητας βάσει αυτής» προϋπήρχε της υπ. αρίθμ 20185Φ.105. 9 4/6/1999 σχετικής διαταγής του Α.Π.Σ. με ΘΕΜΑ: «Επιφυλακή πυροσβεστικού προσωπικού και ρύθμιση συναφών θεμάτων».

Οι άλλες περιπτώσεις για κλήση σε επιφυλακή που προβλέπει η παρ. 3 του άρθρου 24 του Π.Δ. 210/92 έχουν σχέση με εκλογές, κ.λ.π. είναι όμως πιθανό να καλύψουν και το ενδεχόμενο αυτό όταν εκτιμηθεί ότι υπάρχει άμεσος υπαρκτός και επερχόμενος κίνδυνος, αλλά μόνο κατόπιν σχετικής διαταγής αυτών που έχουν το δικαίωμα βάση της παρ. 3 όπως ο Αρχηγός και Υπαρχηγός για όλες τις υπηρεσίες του σώματος και Περιφερειάρχης για τις υπηρεσίες της περιφέρειάς του.

Η επισήμανση που υπάρχει με την φράση « αύξηση επιφυλακής του προσωπικού» στην παρ. 7.5 στην Κατηγορία Κινδύνου 5 της υπ. αρίθμ. 18041 Φ. 702. 15/23/4/1999 διαταγή του Α.Π.Σ. με ΘΕΜΑ: «Πρόβλεψη κινδύνου πυρκαγιάς κατά την θερινή περίοδο και μέτρα ετοιμότητας βάση αυτής», ο όρος επιφυλακή δεν σημαίνει κλήση, αλλά αύξηση των όρων επιφυλακής όπως η ετοιμότητα, η ενημέρωση και η επαφή του προσωπικού με την υπηρεσία.

Τα μέτρα ετοιμότητας δεν έχουν καμία σχέση με την κλήση σε επιφυλακή αλλά με την εγρήγορση του υπάρχοντος προσωπικού εν υπηρεσία, την καταλληλότητα και ετοιμότητα του μηχανολογικού εξοπλισμού κ.λ.π.

Αγαπητοί συνάδελφοι,

Σε μία περίοδο γενικευμένης επίθεσης στα δικαιώματα και της κατακτήσεις των εργαζομένων, πιστεύουμε ότι το καλύτερο όπλο για κάθε έναν είναι, αφού συνειδητοποιήσει σε ποια θέση βρίσκεται, να προσπαθήσει να κατανοήσει το εργασιακό του περιβάλλον, δηλαδή τα δικαιώματα του και τον τρόπο που θα πρέπει να τα υπερασπιστεί.

Η Ε.Α.Κ.Π. πάντα αγωνίζεται για την σωστή και υπεύθυνη πληροφόρηση των εργαζομένων του κλάδου μας, θέλοντας να βοηθήσει ακόμη περισσότερο. Προς αυτήν την κατεύθυνση θα προσπαθήσει να αγγίξει με αντίστοιχες αναλύσεις εργασιακά θέματα που, ενώ απασχολούν και ταλαιπωρούν το σύνολο των εργαζομένων, με ευθύνη των συνδικαλιστικών οργανώσεων και κυρίως την Ομοσπονδίας, παραμένουν γόρδιος δεσμός και κυρίως για τους νεότερους συναδέλφους.